Ο κίνδυνος τον κυβερνοεπιθέσεων σε τραπεζικά συστήματα αυξάνεται διαρκώς, ακολουθώντας την ολοένα αυξανόμενη τάση των χρηστών υπολογιστών και smartphones να συναλλάσσονται ηλεκτρονικά, όπως σημειώνει πρόσφατη μελέτη της εταιρείας Kaspersky Lab, που εξέτασε τα κενά ασφαλείας σε 800 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Στην έρευνα, δύο στις τρεις τράπεζες, παραδέχονται πως γίνει επανειλημμένως στόχοι κυβερνοεπιθέσεων από e-γκληματίες που υποκλέπτουν προσωπικά δεδομένα και υπεξαιρούν χρήματα.

Οι χάκερ εστιάζουν πλέον περισσότερο στις μετα-πληροφορίες των συναλλαγών, χτυπώντας διαδικτυακές τραπεζικές υπηρεσίες (45%) αλλά και τερματικά POS (40%). Κραταιό παραμένει και το φαινόμενο phising (ηλεκτρονικό ψάρεμα) καθώς και οι επιθέσεις σε μηχανήματα αυτόματων συναλλαγών (ΑΤΜ).

Στο μεγαλύτερο ποσοστό οι επιθέσεις στοχοποιούν υπολογιστές με λειτουργικό σύστημα Windows ενώ το 31,38% αφορά σε ηλεκτρονικές στους υπολογιστές που «τρέχουν» λειτουργικά συστήματα της καλιφορνέζικης Apple.

Το 2016 το πλήθος των χρηστών που έπεσε θύμα κυβερνο-επιθέσεων ήταν σημαντικά μεγαλύτερο, με τα Trojans να αυξάνονται κατά 30,55%. 

Οι χώρες πλήττονται περισσότερο από «ηλεκτρονικές τραπεζικές ληστείες» είναι οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Ιαπωνία, η Γερμανία και η Ινδία.

Οι επιθέσεις αυτές κοστίζουν τόσο στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που αποζημιώνουν σχεδόν αμέσως τους πελάτες τους, αλλά προκαλούν και πολλά πρακτικά προβλήματα στους απλούς πολίτες. 

Με βάση τα στοιχεία που παρείχαν τα ιδρύματα που συμμετείχαν στη μελέτη, μία κυβερνο-επίθεση μπορεί να στοιχίσει σε μία τράπεζα έως ένα εκατομμύριο δολάρια. 

Όπως προκύπτει, μία επίθεση σε ηλεκτρονικές συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων καταφέρνει, κατά μέσο όρο, απώλειες ύψους 10.000 δολαρίων ενώ για συναλλαγές μεταξύ ιδιωτών, η ζημία μίας e-πιθεσης κοστίζει μεσοσταθμικά περί τα 1.500 δολάρια.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

top